Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

Ο ZACK DE LA ROCHA, ΤΩΝ R.A.T.M. ΣΤΕΛΝΕΙ ΜΗΝΥΜΑ ΣΤΟΥΣ ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΟΥΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Ο Zack De La Rocha στέλνει μήνυμα στους εξεγερμένους του κόσμου

“Το ποίημα αφιερώνεται στις κατειλημμένες πλατείες σε όλο τον πλανήτη που το κουράγιο τους αλλάζει τον κόσμο.Μείνετε δυνατοί.Νικάμε.”

Η αρχή ξεχύνεται από τις φλέβες της πόλης

Στις αρτηρίες

Και κάτω από τα δηλητηριώδη σύννεφα της εξουσίας

Κινούμαστε σαν σκιές

Μέσα από τα σοκάκια

Μέσα από τους εφιάλτες που αγοράζονται και πωλούνται σαν όνειρα

Μέσα από άγονα εργοστάσια

Μέσα από οικοτροφεία

Μέσα από κατεστραμμένες πεδιάδες

Μέσα από τις φλεγόμενες πύλες του παρελθόντος

Μέσα από την έκρηξη της φαντασίας μας

Για να σπάσουμε τη νηνεμία στα μυαλά μας

Οι δράσεις μας,ονειρεύονται με τα μάτια ανοιχτά,την εξάπλωση τους

Μια ανήσυχη μανία

Κάποτε θάφτηκε σαν καμένα κάρβουνα

Που έμειναν μόνα τους να σιγοκαίνε

Αλλά τώρα στοιβάζονται όλα μαζί,κάτω από τα τείχη ενός ετοιμοθάνατου κανόνα

Τώρα όλες οι σπίθες μετράνε

Ροζιασμένα χέρια υψώνονται μέσα στη σιωπή

Πάνω από τη φλόγα μιας άνομης ελπίδας

Είναι η φλόγα που αποκαθιστά το νόημα του αύριο

Πέρα από τα νεκροταφεία των κούφιων υποσχέσεων

Καθώς τα βουτηγμένα στο χρυσάφι κοράκια βουτάνε ότι έχει απομείνει από την άρνηση μας

Και οι νεότεροι ανάμεσα μας

Μας κοιτούν ακίνητοι με μάτια αποφασισμένα

Και λένε

Ο θάνατος ίσως έρθει νωρίτερα για μας

Γιατί η αξιοπρέπεια δεν εξαγοράζεται

Στη γωνιά του τώρα και του πουθενά

Παντού

Σε κάθε γωνιά

Το αύριο μας καλεί

Το αύριο μας καλεί

Zack de la Rocha,16.11.2011


Πηγή : http://enedramag.wordpress.com/


Και αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι ήταν ο Zack De La Rocha που έβγαλε έναν πύρινο λόγο τον Ιούνη του 2010, σε συναυλία των Rage Against The Machine στο Δουβλίνο λέγοντας τα εξής:

“Ξέρετε, έχω αρχίσει... έχω αρχίσει και τα παίρνω.

Βάζοντας τις ειδήσεις τελευταία και ακούγοντας όλα αυτές τις συνήθεις κουβέντες.

Όλες αυτές τις κουβέντες για την Ιρλανδία και όλες αυτές τις κουβέντες για την Πορτογαλία και όλες αυτές τις κουβέντες για την Ισπανία και όλες αυτες τις κουβέντες για την Ελλάδα.

Και το μόνο που φαίνεται να λένε είναι: ότι οι λαοί της Ιρλανδίας και της Ισπανίας και της Ελλάδας και της Πορτογαλίας την έχουνε βγάλει πολύ εύκολα.

Και οι ίδιες αυτές εταιρείες στις οποίες ανήκουν αυτά τα κανάλια, όπως το CNN, κέρδισαν πάρα πολλά από το στεγαστικό πρόβλημα και τη κρίση που ΟΙ ΙΔΙΟΙ δημιούργησαν.

Οι ίδιοι άνθρωποι που δημιούργησαν την ένταση και που δημιούργησαν την οικονομική ύφεση, είναι οι πρώτοι που κατηγορούν ΕΣΑΣ ως τους αίτιους για όσα έγιναν!

Και έχω σιχαθεί, να το λένε ξανά και ξανά αυτό, ενώ γνωρίζω πολύ καλά ότι ο λόγος που έχουμε συντάξεις, ότι ο λόγος που έχουμε διακοπές, ο λόγος που έχουμε οχτώ ώρες εργασία τη μέρα είναι ακριβώς αυτές οι δράσεις που κάνουν τα αδέλφια μας στην Ελλάδα τη στιγμή που μιλάμε.

Οι άνθρωποι βγαίνουν στους δρόμους ενάντια στη πλούσια τάξη που μας έκλεβε όλους εδώ και χρόνια.

Κι απέναντι σε όλη αυτή τη προπαγάνδα θέλω να πω: Πρέπει να ενωθούμε εδώ στην Ευρώπη. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΝΩΘΟΥΜΕ ΕΔΩ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ!! Πέρα από τις εθνικές γραμμές. Πέρα από τις θρησκευτικές διαφορές. Πέρα από τις φυλετικές διακρίσεις. Γιατί οι γραμμές είναι ξεκάθαρες, είναι ή αυτοί ή εμείς.

Είναι η ώρα να ξυπνήσουμε! ΞΥΠΝΗΣΤΕ!! ΞY_ΠΝΗ_ΣΤΕ!!!

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Το "μικρό Σικάγο" της Τουλόν

ΤΟΥΛΟΝ 30-10-2011
(Από το ημερολόγιο του Δ. Ντ.)

Κύλησε στα σοκκάκια μιας άγνωστης πόλης, που τις τελευταίες εβδομάδες ήταν η πόλη ΤΟΥ. Και θα ήταν ακόμα για αρκετό καιρό. Η πόλη ΤΟΥ. Μυρωδιές κάπως οικείες, εικόνες όχι εντελώς άγνωστες, φωνές και γλώσσες που κάτι του θύμιζαν. Η πόλη ΤΟΥ. Το σύνολο όμως… Το σύνολο αυτών των ελαφρώς οικείων πραγμάτων ήταν παντελώς ανοίκειο. Ίσως επειδή αυτή η οικειότητα είχε προέλθει από ταινίες, βιβλία, περιγραφές, ή και δικές του φαντασιώσεις. Η πόλη ΤΟΥ.

Έκανε εύκολα κάθε πόλη, πόλη ΤΟΥ. Δική του. Με το που έφτανε κάπου, αισθανόταν καλά, ήξερε πού και πώς να κινηθεί, κι αν δεν ήξερε, η διάθεση και η ενέργειά του να μάθει τον έκαναν τόσο ευχάριστο, που αποκλείεται να μην τον βοηθούσε κάποιος, ο οποιοσδήποτε, ο περαστικός, στο δρόμο. Κι αυτός δεν ντρεπόταν να ρωτήσει. Ντρεπόταν, αλλά όχι τόσο.
Στη δική του πόλη ήταν που αισθανόταν ξένος. Ξένος από τον εαυτό του πιο πολύ. Σαν η συνήθεια και η επανάληψη των ίδιων εικόνων, ανθρώπων, ‘καλημέρων’ δίπλα του, να έκανε τον εαυτό του να κρύβεται τρομαγμένος σε μια σπηλιά, κι αυτόν, να τον ψάχνει απεγνωσμένα.
Στις ξένες πόλεις όμως, τα καινούρια ερεθίσματα λειτουργούσαν σαν δόλωμα. Κι ο εαυτός του έβγαινε από την σπηλιά του, σαρκοφάγο που μυρίζει αίμα. Και πια έπρεπε να τον αντιμετωπίσει. Τόσο το καλύτερο.

Στην Τουλόν, αν έχεις διαβάσει το ‘Ρομπέρτο Τσούκο’, βλέπεις τους ήρωές του παντού. Ο βαρεμένος μπάτσος, η οικογένεια στα όρια της εξαθλίωσης, η πιτσιρίκα που ξέρει κι αυτή και όλοι ότι αν μείνει λίγο παραπάνω στο Μικρό Σικάγο, θα σκυλογαμηθεί, τα μπαρ, ο κόσμος ανάμεσα στην πλήξη και στον θυμό. Και παντού δρόμοι που μπορείς να σκοτώσεις και να μη το πάρει χαμπάρι κανείς, και δρόμοι που μπορείς να αποκλειστείς χωρίς περιθώριο διαφυγής.
Μια πόλη που υπήρξε κάτι, ζωντανό, έστω και άσχημο, και τώρα ακόμα κι αυτό το άσχημο έχει πεθάνει. Και υπάρχει η γοητεία του θανάτου. Η μυρωδιά του θανάτου που θυμίζει τι είναι η ζωή.






Ίσως από τα πιο ωραία πράγματα στην Τουλόν είναι η λαϊκή. Χαζεύεις. Σε κάνει να αναρωτιέσαι τι νόστιμα πράγματα πρέπει να φτιάχνουν πίσω από τα ξεχαρβαλωμένα ξύλινα παράθυρα, με τις λάμπες χωρίς φωτιστικά. Φρούτα και λαχανικά και λουλούδια και μπαχαρικά και ελιές και τουρσιά από όλη τη μεσόγειο, ευρωπαϊκή και αφρικανική. Άραβες παντού, γαλλικά όχι εντελώς αναγνωρίσιμα, ‘σαλάμ αλέκομ’ παντού, κόσμος με σαγιονάρες, γυαλιά ηλίου και αλυσίδες χιπ-χοπ στο λαιμό. Τηλεοράσεις στο δρόμο που δείχνουν ράγκμπι ή βίντεο-κλιπ, σωματώδεις μαύροι με γούνες και απίστευτες γκόμενες με μπικίνι, ακριβά αυτοκίνητα και χρυσαφικά. Αυτά στην τηλεόραση. Έξω από την τηλεόραση, η επιθυμία για όλα αυτά. Στα καφέ γύρω από τη λαϊκή, βλέμματα λίγο πλάγια, μιλάνε για το Σάββατο βράδυ που πέρασε ή τη σκατοβδομάδα που έρχεται. Στη μέση της λαϊκής, μια εκκλησία, ανοίγει τις πόρτες της στο τέλος της λειτουργίας, Κυριακή μεσημέρι ακριβώς, και οι δύο κόσμοι έρχονται λίγο σε επαφή, αλλά δεν αναμειγνύονται ποτέ. Νερό και λάδι.



Το ‘Μικρό Σικάγο’ είναι γεμάτο και από καφενεία, καφενεία όχι καφέ, σαν αυτά που βρίσκεις σε πολλές ελληνικές επαρχιακές πόλεις, με τους ίδιους πελάτες εδώ και χρόνια και την ίδια αφίσα της κόκα-κόλας, ξεθωριασμένη και ξεφτισμένη πια. Εκεί μέσα, άραβες κυρίως, ακίνητοι, με βλέμμα στο κενό, με μια κούραση σαν να έχουν ζήσει ήδη 2-3 αιώνες.

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

ΘΑ 'ΡΘΕΙ ΚΑΙΡΟΣ

ΘΑ 'ΡΘΕΙ ΚΑΙΡΟΣ



Θα ‘ρθει καιρός
που θ’ αλλάξουν τα πράγματα
να το θυμάσαι Μαρία
θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα
εκείνο το παιχνίδι που τρέχαμε
κρατώντας τη σκυτάλη
Μη βλέπεις εμένα μην κλαις
εσύ είσαι η ελπίδα
Άκου, θα ‘ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δεν θα βγαίνουν στην τύχη,
δεν θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απ’ έξω
και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε,
δε θα ‘μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι, σκέψου,
θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
να φυλάξεις μοναχά σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές:
απροσάρμοστοι, καταπίεση,
μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός
για το μάθημα της Ιστορίας.
Είναι Μαρία, δε θέλω να λέω ψέματα,
δύσκολοι καιροί και θα’ ρθουνε κι άλλοι
δε ξέρω, μην περιμένεις κι από μένα πολλά
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά
Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος
Θα την αλλάξουμε τη ζωή…
παρ’ όλα αυτά Μαρία

(Κατερίνα Γώγου)