Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

Ο ZACK DE LA ROCHA, ΤΩΝ R.A.T.M. ΣΤΕΛΝΕΙ ΜΗΝΥΜΑ ΣΤΟΥΣ ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΟΥΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Ο Zack De La Rocha στέλνει μήνυμα στους εξεγερμένους του κόσμου

“Το ποίημα αφιερώνεται στις κατειλημμένες πλατείες σε όλο τον πλανήτη που το κουράγιο τους αλλάζει τον κόσμο.Μείνετε δυνατοί.Νικάμε.”

Η αρχή ξεχύνεται από τις φλέβες της πόλης

Στις αρτηρίες

Και κάτω από τα δηλητηριώδη σύννεφα της εξουσίας

Κινούμαστε σαν σκιές

Μέσα από τα σοκάκια

Μέσα από τους εφιάλτες που αγοράζονται και πωλούνται σαν όνειρα

Μέσα από άγονα εργοστάσια

Μέσα από οικοτροφεία

Μέσα από κατεστραμμένες πεδιάδες

Μέσα από τις φλεγόμενες πύλες του παρελθόντος

Μέσα από την έκρηξη της φαντασίας μας

Για να σπάσουμε τη νηνεμία στα μυαλά μας

Οι δράσεις μας,ονειρεύονται με τα μάτια ανοιχτά,την εξάπλωση τους

Μια ανήσυχη μανία

Κάποτε θάφτηκε σαν καμένα κάρβουνα

Που έμειναν μόνα τους να σιγοκαίνε

Αλλά τώρα στοιβάζονται όλα μαζί,κάτω από τα τείχη ενός ετοιμοθάνατου κανόνα

Τώρα όλες οι σπίθες μετράνε

Ροζιασμένα χέρια υψώνονται μέσα στη σιωπή

Πάνω από τη φλόγα μιας άνομης ελπίδας

Είναι η φλόγα που αποκαθιστά το νόημα του αύριο

Πέρα από τα νεκροταφεία των κούφιων υποσχέσεων

Καθώς τα βουτηγμένα στο χρυσάφι κοράκια βουτάνε ότι έχει απομείνει από την άρνηση μας

Και οι νεότεροι ανάμεσα μας

Μας κοιτούν ακίνητοι με μάτια αποφασισμένα

Και λένε

Ο θάνατος ίσως έρθει νωρίτερα για μας

Γιατί η αξιοπρέπεια δεν εξαγοράζεται

Στη γωνιά του τώρα και του πουθενά

Παντού

Σε κάθε γωνιά

Το αύριο μας καλεί

Το αύριο μας καλεί

Zack de la Rocha,16.11.2011


Πηγή : http://enedramag.wordpress.com/


Και αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι ήταν ο Zack De La Rocha που έβγαλε έναν πύρινο λόγο τον Ιούνη του 2010, σε συναυλία των Rage Against The Machine στο Δουβλίνο λέγοντας τα εξής:

“Ξέρετε, έχω αρχίσει... έχω αρχίσει και τα παίρνω.

Βάζοντας τις ειδήσεις τελευταία και ακούγοντας όλα αυτές τις συνήθεις κουβέντες.

Όλες αυτές τις κουβέντες για την Ιρλανδία και όλες αυτές τις κουβέντες για την Πορτογαλία και όλες αυτές τις κουβέντες για την Ισπανία και όλες αυτες τις κουβέντες για την Ελλάδα.

Και το μόνο που φαίνεται να λένε είναι: ότι οι λαοί της Ιρλανδίας και της Ισπανίας και της Ελλάδας και της Πορτογαλίας την έχουνε βγάλει πολύ εύκολα.

Και οι ίδιες αυτές εταιρείες στις οποίες ανήκουν αυτά τα κανάλια, όπως το CNN, κέρδισαν πάρα πολλά από το στεγαστικό πρόβλημα και τη κρίση που ΟΙ ΙΔΙΟΙ δημιούργησαν.

Οι ίδιοι άνθρωποι που δημιούργησαν την ένταση και που δημιούργησαν την οικονομική ύφεση, είναι οι πρώτοι που κατηγορούν ΕΣΑΣ ως τους αίτιους για όσα έγιναν!

Και έχω σιχαθεί, να το λένε ξανά και ξανά αυτό, ενώ γνωρίζω πολύ καλά ότι ο λόγος που έχουμε συντάξεις, ότι ο λόγος που έχουμε διακοπές, ο λόγος που έχουμε οχτώ ώρες εργασία τη μέρα είναι ακριβώς αυτές οι δράσεις που κάνουν τα αδέλφια μας στην Ελλάδα τη στιγμή που μιλάμε.

Οι άνθρωποι βγαίνουν στους δρόμους ενάντια στη πλούσια τάξη που μας έκλεβε όλους εδώ και χρόνια.

Κι απέναντι σε όλη αυτή τη προπαγάνδα θέλω να πω: Πρέπει να ενωθούμε εδώ στην Ευρώπη. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΝΩΘΟΥΜΕ ΕΔΩ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ!! Πέρα από τις εθνικές γραμμές. Πέρα από τις θρησκευτικές διαφορές. Πέρα από τις φυλετικές διακρίσεις. Γιατί οι γραμμές είναι ξεκάθαρες, είναι ή αυτοί ή εμείς.

Είναι η ώρα να ξυπνήσουμε! ΞΥΠΝΗΣΤΕ!! ΞY_ΠΝΗ_ΣΤΕ!!!

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Το "μικρό Σικάγο" της Τουλόν

ΤΟΥΛΟΝ 30-10-2011
(Από το ημερολόγιο του Δ. Ντ.)

Κύλησε στα σοκκάκια μιας άγνωστης πόλης, που τις τελευταίες εβδομάδες ήταν η πόλη ΤΟΥ. Και θα ήταν ακόμα για αρκετό καιρό. Η πόλη ΤΟΥ. Μυρωδιές κάπως οικείες, εικόνες όχι εντελώς άγνωστες, φωνές και γλώσσες που κάτι του θύμιζαν. Η πόλη ΤΟΥ. Το σύνολο όμως… Το σύνολο αυτών των ελαφρώς οικείων πραγμάτων ήταν παντελώς ανοίκειο. Ίσως επειδή αυτή η οικειότητα είχε προέλθει από ταινίες, βιβλία, περιγραφές, ή και δικές του φαντασιώσεις. Η πόλη ΤΟΥ.

Έκανε εύκολα κάθε πόλη, πόλη ΤΟΥ. Δική του. Με το που έφτανε κάπου, αισθανόταν καλά, ήξερε πού και πώς να κινηθεί, κι αν δεν ήξερε, η διάθεση και η ενέργειά του να μάθει τον έκαναν τόσο ευχάριστο, που αποκλείεται να μην τον βοηθούσε κάποιος, ο οποιοσδήποτε, ο περαστικός, στο δρόμο. Κι αυτός δεν ντρεπόταν να ρωτήσει. Ντρεπόταν, αλλά όχι τόσο.
Στη δική του πόλη ήταν που αισθανόταν ξένος. Ξένος από τον εαυτό του πιο πολύ. Σαν η συνήθεια και η επανάληψη των ίδιων εικόνων, ανθρώπων, ‘καλημέρων’ δίπλα του, να έκανε τον εαυτό του να κρύβεται τρομαγμένος σε μια σπηλιά, κι αυτόν, να τον ψάχνει απεγνωσμένα.
Στις ξένες πόλεις όμως, τα καινούρια ερεθίσματα λειτουργούσαν σαν δόλωμα. Κι ο εαυτός του έβγαινε από την σπηλιά του, σαρκοφάγο που μυρίζει αίμα. Και πια έπρεπε να τον αντιμετωπίσει. Τόσο το καλύτερο.

Στην Τουλόν, αν έχεις διαβάσει το ‘Ρομπέρτο Τσούκο’, βλέπεις τους ήρωές του παντού. Ο βαρεμένος μπάτσος, η οικογένεια στα όρια της εξαθλίωσης, η πιτσιρίκα που ξέρει κι αυτή και όλοι ότι αν μείνει λίγο παραπάνω στο Μικρό Σικάγο, θα σκυλογαμηθεί, τα μπαρ, ο κόσμος ανάμεσα στην πλήξη και στον θυμό. Και παντού δρόμοι που μπορείς να σκοτώσεις και να μη το πάρει χαμπάρι κανείς, και δρόμοι που μπορείς να αποκλειστείς χωρίς περιθώριο διαφυγής.
Μια πόλη που υπήρξε κάτι, ζωντανό, έστω και άσχημο, και τώρα ακόμα κι αυτό το άσχημο έχει πεθάνει. Και υπάρχει η γοητεία του θανάτου. Η μυρωδιά του θανάτου που θυμίζει τι είναι η ζωή.






Ίσως από τα πιο ωραία πράγματα στην Τουλόν είναι η λαϊκή. Χαζεύεις. Σε κάνει να αναρωτιέσαι τι νόστιμα πράγματα πρέπει να φτιάχνουν πίσω από τα ξεχαρβαλωμένα ξύλινα παράθυρα, με τις λάμπες χωρίς φωτιστικά. Φρούτα και λαχανικά και λουλούδια και μπαχαρικά και ελιές και τουρσιά από όλη τη μεσόγειο, ευρωπαϊκή και αφρικανική. Άραβες παντού, γαλλικά όχι εντελώς αναγνωρίσιμα, ‘σαλάμ αλέκομ’ παντού, κόσμος με σαγιονάρες, γυαλιά ηλίου και αλυσίδες χιπ-χοπ στο λαιμό. Τηλεοράσεις στο δρόμο που δείχνουν ράγκμπι ή βίντεο-κλιπ, σωματώδεις μαύροι με γούνες και απίστευτες γκόμενες με μπικίνι, ακριβά αυτοκίνητα και χρυσαφικά. Αυτά στην τηλεόραση. Έξω από την τηλεόραση, η επιθυμία για όλα αυτά. Στα καφέ γύρω από τη λαϊκή, βλέμματα λίγο πλάγια, μιλάνε για το Σάββατο βράδυ που πέρασε ή τη σκατοβδομάδα που έρχεται. Στη μέση της λαϊκής, μια εκκλησία, ανοίγει τις πόρτες της στο τέλος της λειτουργίας, Κυριακή μεσημέρι ακριβώς, και οι δύο κόσμοι έρχονται λίγο σε επαφή, αλλά δεν αναμειγνύονται ποτέ. Νερό και λάδι.



Το ‘Μικρό Σικάγο’ είναι γεμάτο και από καφενεία, καφενεία όχι καφέ, σαν αυτά που βρίσκεις σε πολλές ελληνικές επαρχιακές πόλεις, με τους ίδιους πελάτες εδώ και χρόνια και την ίδια αφίσα της κόκα-κόλας, ξεθωριασμένη και ξεφτισμένη πια. Εκεί μέσα, άραβες κυρίως, ακίνητοι, με βλέμμα στο κενό, με μια κούραση σαν να έχουν ζήσει ήδη 2-3 αιώνες.

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

ΘΑ 'ΡΘΕΙ ΚΑΙΡΟΣ

ΘΑ 'ΡΘΕΙ ΚΑΙΡΟΣ



Θα ‘ρθει καιρός
που θ’ αλλάξουν τα πράγματα
να το θυμάσαι Μαρία
θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα
εκείνο το παιχνίδι που τρέχαμε
κρατώντας τη σκυτάλη
Μη βλέπεις εμένα μην κλαις
εσύ είσαι η ελπίδα
Άκου, θα ‘ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δεν θα βγαίνουν στην τύχη,
δεν θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απ’ έξω
και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε,
δε θα ‘μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι, σκέψου,
θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
να φυλάξεις μοναχά σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές:
απροσάρμοστοι, καταπίεση,
μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός
για το μάθημα της Ιστορίας.
Είναι Μαρία, δε θέλω να λέω ψέματα,
δύσκολοι καιροί και θα’ ρθουνε κι άλλοι
δε ξέρω, μην περιμένεις κι από μένα πολλά
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά
Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος
Θα την αλλάξουμε τη ζωή…
παρ’ όλα αυτά Μαρία

(Κατερίνα Γώγου)

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011

ΓΙΑ ΣΑΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΩ

Του Αγίου Δημητρίου. Ίσως έπρεπε να φτάσει αυτή η μέρα για να μπορέσω να μιλήσω ξανά.
'Ετσι λοιπόν, για σας που αγαπώ, για σένα μαμά εκεί που είσαι, για σένα Δημήτρη μου στην Τουλόν, για σένα Δημητρούλα μικρή μου ποιήτρια. Σας αγαπώ και σας το λέω ξανά σήμερα που γιορτάζετε.
Για διαφορετικό λόγο ο καθένας σας μου λείπετε πολύ.

Τρίτη 3 Μαΐου 2011

Θου - Βου


Χάσαμε το πρωί έναν καλό άνθρωπο.

Εντάξει, όλοι τον ξέραμε καλά. Δεν έχει κανείς πολλά να πει. Ίσως μόνον αυτοί που τον γνώριζαν στενά, αν και πιστεύω αυτοί είναι που θα πούνε τα λιγότερα. Ο ίδιος τα είχε πει όλα με μια κουβέντα του. "Στη γαλέρα της ζωής μου τράβηξα άγριο κουπί". Και την οποία μάλλον θα την κάνουνε λούπα τα κανάλια και θα μας την πουλάνε νυχθημερόν. Αυτός τραβούσε "άγριο κουπί" για να κάνει την Ελλάδα να σκάει στα γέλια!

Δεν είναι όμως μόνον αυτό. Τα γέλια. Θυμήθηκα ότι στην ταινία "Το βλέμμα του Οδυσσέα" είχε πει κάτι για όλους μας. Μπορεί τα λόγια να τα έγραψε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος στο γραφείο του, τα έβαλε όμως να ειπωθούν από τα πλέον κατάλληλα χείλη. Από αυτά του πιο "καλού" κι αγαπημένου Έλληνα.




"Ξέρεις κάτι; Η Ελλάδα πεθαίνει..." Α, ρε Θανάση, σα να το 'ξερες από τότε.

Ευχαριστούμε για το γέλιο, αλλά πιο πολύ για το βούρκωμα.

Στο καλό, καλέ μου άνθρωπε.

Δευτέρα 2 Μαΐου 2011

“A free spirit is a divine fuck-up! Be a star-screwer!” Gregory Corso

Να πεθαίνεις απ’ τα γέλια

Ήρθα στον κόσμο
Και γέλασα μ’ ό,τι είδα.
Πράγματι το σήμερα είναι για γέλια
Μα τέτοια γέλια να τα φοβάσαι.

Μπορεί να σε γεμίσουν θλίψη,
Θα ‘ταν καλύτερο να μην γελάσεις.
Γέλα με το αύριο
Μα κράτα το σήμερα σοβαρό.

Κι αν κλάψω
αφήνοντας τον κόσμο,
Τότε σίγουρα είμαι για γέλια
Και δεν πιστεύω τίποτα.



Ο Γκρέγκορυ Κόρσο γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου του 1930 στο Γκρήνουιτς Βίλλατζ της Νέας Υόρκης από έφηβους Ιταλούς γονείς. Μόλις ενός έτους η δεκαεπτάχρονη μητέρα τους τον παράτησε επιστρέφοντας στην Ιταλία και μεγάλωσε στα χέρια διαφόρων θετών «γονέων». Στα δώδεκα στάλθηκε στο αναμορφωτήριο γιατί έκλεψε ένα ραδιόφωνο. Η μόρφωση του ήταν ελλιπής, δεν κατάφερε να βγάλει ούτε το γυμνάσιο. Στα δεκάξι του καταδικάστηκε σε τρίχρονη κάθειρξη στις φυλακές Ντανέμορα της Νέας Υόρκης για συμμετοχή σε ληστεία ενός γραφείου οικονομικών υποθέσεων αφού τον κατέδωσαν οι σύντροφοί του. Περνώντας μέσα από μια παράξενη κόλαση «μιας άγριας πόλης που ήταν η Νέα Υόρκη στη διάρκεια του β’ παγκοσμίου πολέμου» ο Κόρσο σπούδασε κάθε τι χρήσιμο για την δική του ποίηση. Η κόλαση εκείνη είναι που γέννησε τον ποιητή. «Γράφω με τη γνώση που διαθέτω, σημαίνει πως γράφω με ειλικρίνεια μα σημαίνει επίσης πως γράφω σχεδόν άκομψα», δήλωσε κάποτε.
Ο ποιητής ξεκίνησε να μελετά λογοτεχνία και να γράφει τα πρώτα του ποιήματα στη διάρκεια της παραμονής του στη φυλακή. Μαζί με τον Άλλεν Γκίνσμπεργκ και τον Τζακ Κέρουακ αποτέλεσαν την «Αγία Τριάδα» της Μπιτ Γενιάς. Πέθανε από καρκίνο του προστάτη στις 18 Ιανουαρίου του 2001 στη Μινεάπολη.

Στην πρώτη φωτογραφία ο Gregory Corso στην Ακρόπολη το 1959 φωτογραφημένος από τον James Burke. Στη δεύτερη μαζί με τον Allen Ginsberg.


Η μετάφραση είναι του Γιάννη Λειβαδά από την συλλογή "Γκρέγκορυ Κόρσο ποιήματα" των εκδόσεων ΗΡΙΔΑΝΟΣ.

Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

ΑΝΤΙΟ ΝΙΚΗΦΟΡΕ


Καλοκαίρι 1974.
Όλη η Ελλάδα ζει κάτω από τον ζυγό των συνταγματαρχών. Στα στούντιο της Φίνος Φίλμ γυρίζουμε την ταινία «Η δίκη των δικαστών». Πολυζωίδης ο Νίκος Κούρκουλος, Τερτσέτης εγώ. Ξαφνικά σβήνουν οι προβολείς και ο σκηνοθέτης Πάνος Γλυκοφρύδης μας ανακοινώνει ότι έγινε εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο. Κηρύχτηκε γενική επιστράτευση και σταματάνε τα γυρίσματα επ' αόριστο. Όλη η Αθήνα βρίσκεται μέσα σ' ένα χάος. Το ίδιο βράδυ, δείπνο στην «Φωλιά της Όπερας» με τους φίλους Γιάννη Φέρτη, Ξένια Καλογεροπούλου. Μου προτείνουν να φύγουμε την άλλη μέρα για μια εκδρομή στο Πήλιο, και δέχομαι με μεγάλη χαρά. Το ηλιοβασίλεμα της επόμενης μέρας μας υποδέχεται η πανέμορφη με τα τεράστια πλατάνια της πλατεία των Μηλεών. Αυτό ήταν. Μαγευτήκαμε, γοητευτήκαμε και φεύγοντας μετά από τρεις μέρες είχαμε αγοράσει από ένα σπίτι όπου τα σημάδια του χρόνου και της εγκατάλειψης έδειχναν την σύντομη κατάρρευσή τους.
Από την πρώτη κιόλας στιγμή αγάπησα αυτό το χωριό, μ' αυτή την μοναδικά γαλήνια ατμόσφαιρα και την οργιώδη δημιουργία της φύσης.
Με την επιστροφή μας στην Αθήνα μετά από λίγες μέρες, πέφτει η εφταετής κυριαρχία των συνταγματαρχών και αλλάζει η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα. Αλίμονο όμως, από την μία μεριά επιτέλους απαλλαχτήκαμε από την Χούντα, αλλά από την άλλη, οι νέοι εισβολείς της «ανανέωσης» του τόπου, άρχισαν να αμφισβητούν και να καταργούν ό,τι σημαντικό και σπουδαίο είχε δημιουργηθεί στο παρελθόν.
Χαμένος και ανήμπορος να παλέψω και να υπάρχω πια μέσα σ' αυτά τα νεόφερτα μοντέλα της αλαζονείας για εξουσία, δόξα και χρήμα, εγκατέλειψα - ίσως πολύ νωρίς - την Αθήνα που γεννήθηκα και μεγάλωσα, και πάνω απ' όλα την τέχνη που αγάπησα από παιδί, το θέατρο. Βρήκα καταφύγιο στο νέο μου τόπο, τις Μηλιές και τις ευχαριστώ. Με διαφύλαξαν από τις αμέτρητες παγίδες της φθοράς, την αλλοίωση της αξιοπρέπειάς μου, της υπερηφάνειας και των πιστεύω μου. Με προστάτευσαν από την αναμενόμενη έκπτωση που θα αναγκαζόμουν να επιβάλω στην αισθητική, στο κριτήριο, στην ανιδιοτέλεια των σχέσεών μου, και στα υψηλά ιδεώδη για την τέχνη μου.
Οι Μηλιές είναι πια ο τόπος μου και όχι μόνο τις αγαπώ, αλλά τις ευχαριστώ και τους είμαι ευγνώμων.

Νικηφόρος Νανέρης


1996. Περάσαμε κάμποσες ώρες οι δυο μας στο επάνω καμαρίνι "κάνοντας λόγια". Κάποια στιγμή τα λόγια του έργου υποχωρούσαν κι άρχιζαν τα λόγια της αληθινής ζωής. Τα δικά σου λόγια για την δική σου ζωή. Την γεμάτη ταξίδια και περιπέτειες. Άλλο ένα ταξίδι για σένα...
Στο καλό Νικηφόρε.

Τετάρτη 6 Απριλίου 2011

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΕΤΟ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΕΤΟ


Άνοιξε τα μεγάλα του φτερά και γλίστρησε απαλά στον αέρα. Πέρασε από μπροστά μου, από πάνω μου, κι η σκιά του έκρυψε τον αμείλικτο ήλιο που με πυροβολούσε στα πονεμένα μάτια. Έκανα έτσι το κεφάλι και είδα τον Αετό. Έναν Πέρσικο Αετό Αρχαίο, ολοζώντανο να κολυμπάει στον αέρα της μονοδρομημένης λεωφόρου.

Μια ματιά μόνο μου έριξε χωρίς καν να κινήσει τα βλέφαρα. Μια ματιά από ψηλά σαν ελεημοσύνη, σε μένα το φτωχό εδώ και καιρό από ματιές και βλέμματα. Σούβλισε η ματιά του το δερμάτινο μπουφάν και τρύπησε το παλιό φούτερ εκεί ακριβώς που από κάτω άρχισε να ακούγεται ξανά, μετά από καιρό, εκείνο το χτύπημα της Ζωής. Το χτύπημα της καρδιάς, το χτύπημα της ματιάς του Αετού που σαν χαστούκι την ανάγκασε να βάλει μπρος τη μηχανή και τα σκουριασμένα γρανάζια ν’ αρχίσουν πάλι να παίρνουν στροφές, ώστε η ανάσα να περάσει στον κλειδωμένο εγκέφαλο, να σπάσει το λουκέτο και να τον γεμίσει οξυγόνο, σκέψεις, εικόνες ξεφωνητά, χειρονομίες, λέξεις, σάλιο ζεστό που υγραίνει το ξεραμένο στόμα.

Μέχρι η χειρονομία να φτάσει στην παλάμη και να την κινήσει, το σάλιο να φτάσει στην γλώσσα να την υγράνει και η λέξη, παλεύοντας ν’ αποδράσει, ν’ ανοίξει τα χείλη κι αυτά εγκαταλείποντας το αξιοπρεπές τους πείσμα, να ξεφωνήσουν γεμάτα λαχτάρα κι ενθουσιασμό εκείνο το ΓΕΙΑ ΣΟΥ, ο Αετός κόντευε να χαθεί στην στροφή της Φειδιππίδου.
ΓΕΙΑ ΣΟΥ και το μυαλό εκεί, να παρατηρεί και να αναλύει τα πάντα, να κριτικάρει και να επισημαίνει, να διορθώνει το κάθε τι. Ένα ΓΕΙΑ σαν χαμόγελο κι ένα ΣΟΥ σα φιλί! Τίποτε δεν είναι τυχαίο, λέει το μυαλό σοβαρά. Οι λέξεις δεν είναι μόνο ήχος, είναι και σώμα και σήμα. Αυτό δεν ήταν γεια σου, ήταν ένα χαμόγελο για τώρα κι ένα φιλί που έρχεται... Σκάσε μυαλό ντρέπομαι, χτύπησε η καρδιά δυνατά στέλνοντας αίμα προς τα κάτω σε δυο πόδια που από μόνα τους ακολουθούσαν βιαστικά την μεγάλη σκιά του Αετού που απειλούσε να χαθεί στην στροφή της Φειδιππίδου.
Το άκουσε το ΓΕΙΑ ΣΟΥ μου ένα τσογλανοσπουργίτι των Αμπελοκήπων κι ένα μεταλλαγμένο βρωμοπερίστερο απ’ αυτά που καμιά σχέση δεν έχουν με το Άγιο Πνέυμα, αλλά σε κουτσουλάνε όποτε τους κάνει κέφι και πέσανε κατά πάνω μου δήθεν απροστάτευτα και πεινασμένα, μόνο και μόνο για να αρπάξουν ψίχουλα από την ψύχη μου που είχε βγει λαχανιασμένη από ανυπομονησία και σαφώς κακή φυσική κατάσταση.

Ο Αετός στρίβει γλυκά στον αέρα κι εγώ αδιαφορώντας για τα πάντα τρέχω κανονικά πια στο δεξί πεζοδρόμιο της Μεσογείων γίνομαι ψηλός, δυνατός, όμορφος σαν Κεντέρης, ντοπαρισμένος από κείνη την αυτοκρατορική ματιά που σαν σύριγγα τρύπησε το δερμάτινο και το φούτερ μου.

Φτάνω με το κεφάλι ψηλά στον ουρανό στην στροφή και αποφασιστικά σηκώνω το πόδι να περάσω τριπλούν τις τρεις λωρίδες της μονοδρομημένης λεωφόρου, ελπίζοντας πώς στο τρίτο άλμα το τελευταίο δεν θα πέσω στο σκάμμα, αλλά θα πετάξω αρπαγμένος από τα στοργικά νύχια του Αετού και θα γλυτώσω την μικροπρέπεια των ελλανοδικών, τις μετρήσεις τους, τα αντιντόπινγκ κοντρόλ, τις εξηγήσεις, τις δικαιολογίες...

ΦΑΝΑΡΙ - ΚΟΚΚΙΝΟ - ΣΤΟΠ! Το μυαλό πιάνει και πάλι δουλειά. Το πόδι μένει μετέωρο πάνω από τον υπόνομο της στροφής, το χαμόγελο του ΓΕΙΑ παγώνει, το φιλί του ΣΟΥ ξεραίνεται, η ψυχή μπαίνει τρομαγμένη πάλι μέσα και κλειδώνει. Ένα σμαρτάκι με μουντζώνει κι ένα διπλό αστικό Α5 της Αγίας Παρασκευής έρχεται με τσαμπουκά και περνάει από μπροστά μου αργά, ιδρωμένα και σαδιστικά και μου κόβει τη θέα προς τον ουρανό που μου κλέβει τον Αετό. Η κάμερα ρύθμισης της κυκλοφορίας από απέναντι κάνει επιθετικό ζουμ σε μένα που έχω μείνει κοκαλωμένος με το ένα πόδι επάνω σαν τιμωρία στο Δημοτικό και είμαι σίγουρος πως στο κέντρο επιχειρήσεων την τροχαίας κάποιοι με πιτυρίδα και μαυρισμένα δόντια γελάνε μαζί μου, κοίτα το μαλάκα ρε!

Το γαμημένο Α5 φεύγει από μπροστά μου και βλέπω τον Αετό να κόβει κύκλους πάνω από το Παίδων και μετά να συνεχίζει ντουγρού για Υμηττό, Ανατολή, Ασία, Περσέπολι, να πάει να σταθεί πάνω από τον αρχαίο θρόνο του Δαρείου, να γίνει ανάγλυφος και παντοτινός...

ΦΑΝΑΡΙ - ΠΡΑΣΙΝΟ - ΞΕΚΙΝΑ! ΒΓΕΣ ΣΤΗ ΜΙΧΑΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΕ ΤΑΞΙ, Θ’ΑΡΓΗΣΕΙΣ. Σκάσε μυαλό, ψιθυρίζω φρόνημα και κουρασμένα, το ξέρω, αυτό κάνω κάθε μέρα...
Το χέρι σηκώνεται, μπαίνω στο κίτρινο ταξί.
- Φρύνης Παγκράτι είμαι δειλός...
- Θ’ αφήσουμε την κυρία Κάραβελ και συνεχίζουμε...
- Μια χαρά...

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

ΑΝΔΡΑΣ ΤΟΝ ΑΝΔΡΑ Ν’ ΑΓΑΠΑ

Γεωργίου Τερτσέρη
ΑΝΔΡΑΣ ΤΟΝ ΑΝΔΡΑ Ν’ ΑΓΑΠΑ

Τραγουδιστής πολλά εύμορφος νέον
εύμορφον ερωτεύθη ,
Περίσσιο πάθος έβαλε στα
μαραμένα στήθη ,
Και με τα χείλη τα χλωμά
τραγούδαε τον καημόν του.

« Αγνάτια του να κάθομαι ,
να κρένει και ν’ ακούω ,
Να βλέπω τα ξανθά μαλλιά,
και τα δροσάτα χείλη ,
Πόχουν του ρόϊδου τη βαφή ,
του μήλου τη γλυκάδα » .

Και το τραγούδι του ήκουσαν
οι νιές κι οι πανδρευμένες ,
φωνάξανε τά εύμορφα κοράσια
κι οι νυφάδες :
άνδρας τον άνδρα ν’ αγαπά ,
σέρνει με το τραγούδι ,

και γάμος κι αρραβώνιασμα
θα παν λησμονημένα
και θα διαβαίνει η νύκτα μας
δίχως ανδρός το πλάγι ,
και τα βυζιά του κόρφου μας
παιδί δεν θ’ αναστήσουν .

Πανήγυρη ξημέρωνε πέρα στα βιλαέτια
και τα χωριά μαζώχθηκαν ,
άνδρες, γυναίκες πάνε ,
πήγε και ο τραγουδιστής
και κράταε το λαγούτο,
κι αρχίνησε το έρημο τραγούδι να λαλάει
και του λαγούτου η μελωδιά
γλυκά του απηλογότουν .

Οι εύμορφες κιτρίνισαν
σαν τα χλωμά λουλούδια ,
τόσο στα φυλλοκάρδια τους
πολύς θυμός εμβήκε .

Πέτρες λιθάρια επήρανε οι νιές
κι οι πανδρευμένες ,
κτύπησαν τον τραγουδιστήν
εκεί που τραγουδούσε .

Σίγησε το παιγνίδι του
τ’ ολόχρυσο λαγούτο ,
κείτεται κι ο τραγουδιστής
άγνωστος μες στο αίμα ,
και μοιρολόϊ δεν του λαλεί
καμμιά μοιρολογίστρα ,

του κόψαν το κεφάλι του
τα ξώφρενα κοράσια ,
και σε ποτάμι τόρριξαν
μαζί και το λαγούτο ,
και το ποτάμι τόβγαλε εις το γιαλό,
στο κύμα ,

συντροφιαστά πηγαίνανε
κεφάλι και λαγούτο ,
το κύμα όπου διαβαίνανε
γλυκά ηχολογούσε ,
και μέσα σε νησιά πολλά
το πέλαγο τα πάγει ,

ακούαν τριγύρω τα νησιά στο δειλινό ,
στο βράδυ ,
ακούανε την μελωδιά, δεν ένιωθαν
πού βγαίνει.

Φωνάξαν τα μικρά παιδιά :
το πέλαγο τη βγάζει .
Η μελωδιά σταμάτησε
εις το βαθύ λιμάνι
σαν άστρο στα μεσάνυχτα
που σ’ έναν τόπο φέγγει .
Και χίλια αηδόνια να λαλούν
εφαίνετο πως νάναι .

Πήγαν με τα μονόξυλα
οι ναύτες κι οι πιδέξιοι
και το κεφάλι πήρανε ,
πήραν και το λαγούτο ,
σε μνήμα τα ενταφιάσανε
κεφάλι και λαγούτο.

Από τ’ εκείνον τον καιρόν
μες στων νησιών τες χώρες
πανώρια βαρούν όργανα
οι νιές , τα παλληκάρια ,
και μες στ’ ασημοχρύσαφα
στολίζουν τα λαγούτα ,
γεννά τες θυγατέρες της
γλυκόφωνες η μάννα
αγγέλλου πόχουν πρόσωπο
κι αγγέλοι στο τραγούδι .

Πλην μέσα στη βαθειά στεριά
στες φόνισσες γυναίκες
οι άνδρες πήραν σίδερο
και στην εστιά το κάψαν ,
τες κορασιές εσφράγισαν στο μέτωπο ,
στην πλάτη
στο φονικό που κάμανε
να μην πολυχαρούνε .



Ο Γεώργιος Τερτσέτης γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1800 και πέθανε στην Αθήνα το 1874. Υπήρξε δικαστής και σύμβολο του αδέκαστου του λειτουργήματος της απονομής δικαιοσύνης. Το ποίημα «Άνδρας τον άνδρα ν’ αγαπά» γράφτηκε γύρω στα 1830 και προέρχεται από τον τόμο «Ντίνος Κονόμος ‘‘Ο Γεώργιος Τερτσέτης και τα ευρισκόμενα έργα του’’» , έκδοση της Βουλής των Ελλήνων 1984. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ.


Το θυμήθηκα με αφορμή το άρθρο του Gay Super Hero σχετικά με τη δημόσια διαβούλευση νομοσχεδίου που ποινικοποιεί την έκφραση ομοφοβικού μίσους.

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ - Ο Στρατέγκος ο Ζιγκούρου ο Τρογκ


ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ (ένας ένας και με σειρά τυχαία...)
Ο Στρατέγκος ο Ζιγκούρου ο Τρογκ


ΤΟΝ ΒΛΕΠΩ ΣΧΕΔΟΝ ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ!

Είναι εκεί, ανάμεσα στον κόσμο. Και κάθε φορά που τον βλέπω κάνει κάτι, χωρίς να κάνει τίποτα κι αυτό το τίποτα που δεν κάνει εμένα με κάνει να νιώθω όμορφα, σα να είμαι χαρούμενος... Τι να πω...
Κοιτάζει γύρω του με μια μωρουδίστικη κι αθώα πονηράδα. Ρίχνει μια ματιά έξω στο δρόμο, να δει αν το σκοτάδι είναι αρκετά πυκνό για να αρχίσουν να κολυμπάνε άνετα τα όνειρα πάνω από την άσφαλτο και μέχρι τα μπαλκόνια των ρετιρέ, ώσπου να λαχανιάσουν και να πέσουνε μέσα στους κάδους με τα σκουπίδια στους δρόμους. Τους δρόμους που για κείνον είναι πάντα πεδία μάχης ανάμεσα σε δράκους με δαγκωμένα αυτιά κι αρχάγγελους με δυνατά μπρατσάκια και καθαρά νύχια, σαν αυτούς που ζωγραφίζει.


Μετά στρίβει ένα τσιγάρο, πίνει μια γουλίτσα, μετράει μαζί μας τα ψυχάκια του, για να μη χάσει το λογαριασμό και μας μαρτυράει χίλια όνειρα κι άλλους τόσους εφιάλτες. Γυρνάει πάλι το κεφάλι για λίγο κι εγώ ξέρω ότι η ματιά του κάνει ένα σάλτο και κρεμιέται από τα πολύφωτα, από ‘κει πηδάει στα καδράκια και ξεσκονίζει τρυφερά τις ζωγραφιστές κορνίζες, κάνει μια βουτιά προς τα έξω και τσακώνεται με την τζαμαρία που δεν την αφήνει να βγει στην φθινοπωρινή υγρασία και να ποτίσει τις άσπρες ζαρντινιέρες στο πεζοδρόμιο.


Γυρνάει πάλι σε μας, ρουφάει τζούρα, γελάει, καταπίνει ευγενικά τη σταγόνα που ξέμεινε στο σφηνάκι. Παίρνει τα μπουκάλια αδειανά από τα παραμύθια που ήπιαμε μονορούφι και τα πάει στην ανακύκλωση, για να ξαναγεμίσουνε ίσαμε αύριο με τις ελπίδες μας, τα μυστικά μας, τα ψιθυριστά λόγια της καύλας μας στο αυτί κάποιου άλλου, τα εικοσιτετράωρα όνειρα μας για μεθαύριο που έχουμε ρεπό και πιστεύουμε πως ο κόσμος όλος θα έρθει και θα μας φιλήσει τα πόδια, αφού πρώτα τα πλύνει με τα τοξικά δάκρυα του και τα σκουπίσει με τα φτηνά εξτένσιον από το ψωριασμένο του κεφάλι και άλλα τέτοια εντυπωσιακά!


Κρεμάει λοξά το τσαντάκι του σαν τα φισεκλίκια ενός μικρού ήρωα, μας μοιράζει από ένα φιλί, σαν βραδινή Θεία Μετάληψη και βγαίνει έξω, στον υπόλοιπο Πλανήτη που αχνίζει από τα ροχαλητά των δίποδων ζωντανών. Καβαλάει το μηχανάκι του σαν άλλος σταυροφόρος ιππότης το φτερωτό του άτι. Σηκώνει το κεφάλι να δει αν η Νύχτα έχει κάτσει βολικά στον άπλυτο σβέρκο της παχύδερμης πόλης και της κλείνει τσαχπίνικα το μάτι. Αυτή του χαμογελάει λάγνα με τα νέγρικα χείλια της, σηκώνει το χέρι της το μακρύ το αριστερό και ανάβει όλα τα φανάρια πράσινα, για να βάλει πρώτη και να φύγει φουλάρα, να μην τον σταματήσει τίποτα στον ίσιο δρόμο που θα τον βγάλει στο παιδικό του καστράκι, όπου τον περιμένει η Αλήθεια του, τα εκατό χρόνια της μέρας, σαν άλλη κοιμωμένη ωραία, να την ξυπνήσει μ’ ένα ζουμερό γλωσσόφιλο και να κάνουνε έρωτα χωρίς καπότα μέχρι η Μέρα να λαλήσει τρεις φορές στέλνοντας τα παιδιά της σχολείο. Μετά δεν ξέρω τι κάνει και ούτε που με νοιάζει! Μου φτάνει ότι τον βλέπω σχεδόν κάθε βράδυ. Είναι φίλος μου. Και τον αγαπάω.

(8 Οκτωβρίου 2009 7:14 μ.μ.)

Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011

PROTECT ME FROM WHAT I WANT



PROTECT ME FROM WHAT I WANT
Καμιά φορά χρειάζεται κάποιος που θα μας κάνει να πάψουμε να φοβόμαστε αυτό που θέλουμε!

Όμορφη μικρού μήκους ταινία βρετανικής παραγωγής, σκηνοθετημένη από τον Dominic Leclerc και με πρωταγωνιστές δυο καταπληκτικός πιτσιρικάδες Τον έναν απ' τους δυο, τον Elliott Tittensor, ίσως κάποιοι να τον γνωρίζετε από την τηλεοπτική σειρά "Shameless"। Μ' άρεσε πολύ η επιλογή να είναι Ασιάτης ο ένας από τους δυο ήρωες αν και θυμίζει λίγο "ωραίο μου πλυντήριο" σε μικρό μέγεθος। Την ανακάλυψα τυχαία και την βρήκα πολύ τρυφερή κι ανθρώπινη। Είπα να την μοιραστώ μαζί σας। Και να σας πω και το κρίμα μου, εκεί στο τελευταίο λεπτό μου 'ρθε ένας κόμπος στο λαιμό, ένας λυγμός κι ένα βούρκωμα... αλλά δε βαριέσαι। Στους τίτλους του τέλους σκούπισα τα μάτια μου χαμογελώντας!

Δείτε την ταινία πατώντας εδώ δίπλα. protect me from what I want. Αξίζει.

The Best Thing About Me Is You

TO NEO VIDEO ΤΟΥ RICKY MARTIN

Καλή χρονιά σε όλους!
Ας ξεκινήσουμε το '11 με το νέο βίντεο του Ricky Martin.
Χαριτωμένο τραγούδι για την ομορφιά της ζωής και της αγάπης.
Και το βίντεο γεμάτο μηνύματα και αναφορές για την ισότητα όλων άσχετα από το χρώμα, τη φυλή, τη θρησκεία και τον σεξουαλικό προσανατολισμό!
Ο ίδιος πιο όμορφος και ανάλαφρος από ποτέ. Ακόμα και η κίνηση του είναι πιο ελεύθερη και πιο καμπύλη απ' ό,τι μας είχε συνηθίσει μέχρι τώρα. Η φωνή του πιο άνετη, πιο πηγαία και αληθινή. Εντάξει μπορεί να είναι η ιδέα μου, αλλά ίσως έχει να κάνει με το γεγονός ότι τον περασμένο Μάρτιο έσπασε την σιωπή του αποκαλύπτοντας ότι είναι ομοφυλόφιλος
Ομολογώ ότι ποτέ δεν ήμουν φανατικός θαυμαστής του, εκτός του ότι ήταν ένας ωραίος γκόμενος που χόρευε πολύ ερεθιστικά και τραγουδούσε συμπαθητικά. Μετά όμως από το άνοιγμα του στον κόσμο, έχω πλέον ένα καλό λόγο να τον παρακολουθώ, όχι τόσο για το ταλέντο του όσο για την στάση του στη ζωή.
Βρίσκω δε, ότι σ' αυτό το βίντεο είναι πιο αρρενωπός από κάθε άλλη φορά και ότι φαίνεται όχι απλά χαρούμενος/gay , αλλά πραγματικά ευτυχισμένος/happy!